Το αίσθημα μοναξιάς και αποκλεισμού εν μέσω πανδημίας και περιοριστικών μέτρων προσπάθησαν να αμβλύνουν πρωτοβουλίες που δημιουργήθηκαν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας με βασικό πρόταγμα την αλληλεγγύη και την αλληλοβοήθεια. Πολλές από τις νέες αυτές συλλογικότητες εμπνεύστηκαν από κοινωνικά κινήματα που αναπτύχθηκαν σε χώρες της Λατινικής Αμερικής και τα οποία απαντούσαν στην ανάγκη μιας συλλογικής επινόησης των «αποκάτω» για την αντιμετώπιση κρίσεων προ και εν μέσω πανδημίας. Άλλες βρήκαν συνδέσεις με πιο κοντινές ευρωπαϊκές εμπειρίες, όπως εγχειρήματα στην Ιταλία και την Ισπανία που προσπαθούν να κάνουν πράξη το «ο λαός σώζει το λαό».
Η εμφάνιση της ασθένειας Covid-19 στην Ελλάδα δημιούργησε αισθήματα ανασφάλειας στο μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού της χώρας. Φανέρωσε την αμηχανία των κρατικών αρχών να διαχειριστούν την πανδημία, την αδυναμία του Εθνικού Συστήματος Υγείας να αντιμετωπίσει μια πιθανή ευρεία και γρήγορη εξάπλωση του ιού. Αποκάλυψε, επίσης, χρόνιες ανεπάρκειες του κράτους σχετικά με την κοινωνική μέριμνα και πρόνοια προς ανθρώπους που η ζωή τους βρισκόταν ήδη σε συνθήκες επισφάλειας από την προηγούμενη μεγάλη κρίση.
Η επιβολή των μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας και η κοινωνική απομόνωση που αυτά συνεπάγονταν, διαμόρφωσαν μια πρωτόγνωρη συνθήκη. Με το κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων, την αναστολή των συμβάσεων εργασίας ή τη μεταφορά της τελευταίας στο σπίτι, πολλοί/ες βίωσαν ακόμη εντονότερα τον φόβο της οικονομικής καταστροφής, της ανεργίας, ή μιας επιβαρυντικής συνθήκης με υπερεργασία χωρίς συγκεκριμένα ωράρια. Στην πλέον δυσχερή θέση βρέθηκαν εργαζόμενοι/ες και ανέργοι/ες που βρέθηκαν έξω από κάθε επιδοματική στήριξη χωρίς να έχουν τη δυνατότητα όχι να βρουν αλλά ούτε και να αναζητήσουν άλλη πηγή εισοδήματος. Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση καθημερινά προέτασσε την «ατομική ευθύνη» ως το μόνο μέσο παρεμπόδισης της εξάπλωσης του ιού, η κρατική ευθύνη υποχωρούσε με αποτέλεσμα όλο και περισσότερες κοινωνικές ομάδες να «μένουν σπίτι» χωρίς καμία προστασία πέρα από τους ανθρώπους που ούτως ή άλλως δεν είχαν (κατάλληλο) σπίτι για να μείνουν.
Αυτό το αίσθημα μοναξιάς και αποκλεισμού προσπάθησαν να αμβλύνουν πρωτοβουλίες που δημιουργήθηκαν εν μέσω πανδημίας σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας με βασικό πρόταγμα την αλληλεγγύη και την αλληλοβοήθεια. Χρησιμοποιώντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και εργαλεία που δημιουργήθηκαν αυτή την περίοδο, κατάφεραν να σπάσουν την απομόνωση, να βρεθούν μαζί με άλλους ανθρώπους και να οργανώσουν με έμπρακτο τρόπο την αλληλεγγύη. Πολλές από τις νέες αυτές συλλογικότητες εμπνεύστηκαν από κοινωνικά κινήματα που αναπτύχθηκαν σε χώρες της Λατινικής Αμερικής και τα οποία απαντούσαν στην ανάγκη μιας συλλογικής επινόησης των «αποκάτω» για την αντιμετώπιση κρίσεων προ και εν μέσω πανδημίας. Άλλες βρήκαν συνδέσεις με πιο κοντινές ευρωπαϊκές εμπειρίες, όπως εγχειρήματα στην Ιταλία και την Ισπανία που προσπαθούν να κάνουν πράξη το «ο λαός σώζει το λαό».
Στην πλειονότητά τους οι πρωτοβουλίες αυτές δεν δημιουργήθηκαν από το μηδέν αλλά από άτομα που συμμετείχαν ήδη σε συλλογικότητες ή/και κοινωνικά κέντρα με εμπειρία δράσεων αλληλεγγύης σε αποκλεισμένες κοινωνικές ομάδες (άστεγους, άνεργους, μετανάστριες και πρόσφυγες) τα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Ωστόσο, η συμμετοχή σε κάποιες περιπτώσεις ξεπέρασε τα συνηθισμένα όρια των κοινωνικών κέντρων, εντάσσοντας και άτομα που πρώτη φορά κινητοποιήθηκαν με τέτοιους όρους. Θα λέγαμε ότι η εγρήγορση και η προσφορά δυνάμεων που διαπιστώθηκε σε κάποιες πόλεις ήταν μεγαλύτερη ακόμη και από αυτήν που υπήρχε πριν την τρέχουσα υγειονομική κρίση και εκφράστηκε με μια ποικιλία δράσεων στο πλαίσιο μιας καθημερινότητας που για πολλούς έμοιαζε σαν αυτή στην ταινία «Η Μέρα της Μαρμότας».
Έμπρακτη αλληλεγγύη και διεκδικήσεις
Οι δράσεις που αναπτύχθηκαν αφορούσαν κυρίως τη συλλογή και διανομή τροφίμων, ειδών πρώτης ανάγκης σε άτομα που είτε δεν μπορούσαν να μετακινηθούν είτε αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες. Στο πεδίο της τροφής σε πολλές πόλεις λειτούργησαν συλλογικές κουζίνες με διανομή γευμάτων σε αστέγους και ευπαθείς πληθυσμούς, κάποιες εκ των οποίων υπήρχαν και πριν την εμφάνιση της πανδημίας. Η αλληλεγγύη δεν περιορίστηκε μόνο εκεί. Διευρύνθηκε σε προσπάθειες διαμόρφωσης αυτοοργανωμένων δικτύων ψυχολογικής υποστήριξης ή παραπομπής περιστατικών σε φορείς ψυχικής υγείας για την αντιμετώπιση του πανικού και γενικότερα των τραυμάτων που προκαλεί το βίωμα του εγκλεισμού. Πολλές από τις ομάδες αλληλεγγύης απασχόλησε, επίσης, η έμφυλη διάσταση του κατ’ οίκον περιορισμού και η ενδοοικογενειακή βία, τα περιστατικά της οποίας αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Μέλη των συλλογικοτήτων αυτών προσπάθησαν να σταθούν η μία δίπλα στην άλλη και να βρουν λύσεις με θεσμικό ή και μη τρόπο.
Σε καθημερινή βάση αναπτύσσονταν πρωτοβουλίες για τη διεκδίκηση προσλήψεων προσωπικού, αγοράς εξοπλισμού και μέσων ατομικής προστασίας για τα νοσοκομεία και για όλους τους/τις εργαζόμενους/ες που βρίσκονταν περισσότερο εκτεθειμένοι/ες στον ιό (όπως π.χ. εργαζόμενοι/ες σε σουπερμάρκετ και οι διανομείς). Πολλές από τις ομάδες προσπάθησαν να αναδείξουν πλευρές του δυστοπικού εργασιακού τοπίου που διαμορφώνεται στη χώρα με πρόσχημα την πανδημία, καταγράφοντας και παρεμβαίνοντας σε περιστατικά καταπάτησης των εργασιακών δικαιωμάτων. Στη συντριπτική πλειονότητά τους ασχολήθηκαν με ζητήματα αστυνομικής αυθαιρεσίας απέναντι σε άστεγους συμπολίτες μας και παράλληλα προσπάθησαν να εντοπίσουν τους «αόρατους» της καραντίνας, όσους και όσες έμεναν έξω από κάθε επιδοματική στήριξη, όπως π.χ. οι εργαζόμενοι/ες στο Θέαμα-Ακρόαμα. Μίλησαν για τα προβλήματα των προσφύγων στα καμπ και των κρατουμένων στις φυλακές, που ζουν ουσιαστικά απροστάτευτοι από τον ιό, και ζήτησαν την εκκένωση και την αποσυμφόρησή τους αντίστοιχα. Από τις πρωτοβουλίες αυτές δεν έμεινε απ’ έξω η τέχνη, και έτσι είναι πολλά τα παραδείγματα διαδικτυακών συναυλιών, συλλογικών λεσχών ανάγνωσης, ενημερωτικών και πολιτιστικών ραδιοφώνων ακόμη και διαδικτυακών πάρτυ για μικρά παιδιά.
Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η κάθε τέτοια κίνηση διαμορφωνόταν με βάση τις ιδιαίτερες ανάγκες και συνθήκες που επικρατούσαν σε κάθε περιοχή και τους περιορισμούς που υπήρχαν. Κοινό γνώρισμα των προταγμάτων των ομάδων, οι οποίες πολλαπλασιάστηκαν μέσα σε πολύ μικρό διάστημα σε όλη τη χώρα, ήταν να μην μείνει καμία μόνη και κανένας μόνος. Ομάδες αλληλεγγύης δημιουργήθηκαν όχι μόνο στις μεγάλες πόλεις, όπως στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, αλλά σε μικρότερες (Καρδίτσα, Γιάννενα, Καβάλα, Λάρισα, Ηράκλειο, Χανιά, Ρέθυμνο, Ξάνθη κ.ά.), ακόμη και σε νησιά (Λέσβος, Λέρος, Πόρος κ.ά.).
Καμπάνια «Covid 19 - Κανένας Μόνος/ Καμία Μόνη»
Στην Αθήνα, λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση των μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας, αναπτύχθηκε η καμπάνια «Covid 19 - Κανένας Μόνος/ Καμία Μόνη», ο βασικός πυρήνας της οποίας είναι μέλη πολιτικών οργανώσεων και συλλογικοτήτων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Η καμπάνια αυτή δραστηριοποιήθηκε κυρίως στο πεδίο των διεκδικήσεων, προσπαθώντας να αναδείξει αιτήματα σε υγειονομικό αλλά και εργασιακό επίπεδο, να συμβάλει στην αλληλεγγύη που αυθόρμητα επέδειξε πολύς κόσμος και να ενισχύσει παρόμοιες κινήσεις και πρωτοβουλίες. Λειτούργησε με ανοιχτές διαδικτυακές ομάδες εργασίας στις οποίες συμμετείχε και ανένταχτος κόσμος, ενώ άτυπο ρόλο συντονισμού σε διάφορα επίπεδα (στέγης, έμφυλα ζητήματα, προσφυγικό) είχε η συντακτική ομάδα. Εκτός από την παραγωγή πολιτικού λόγου διεκδικήσεων, τα μέλη της καμπάνιας ενίσχυσαν έμπρακτα τις ομάδες αλληλοβοήθειας ανά γειτονιά και την συλλογή ειδών πρώτης ανάγκης, π.χ. στο κέντρο προσφύγων του Λαυρίου και στο κέντρο κράτησης μεταναστριών στην οδό Π. Ράλλη στην Αθήνα. Βασικός στόχος ήταν η οργάνωση ενός δικτύου μεταξύ των κοινωνικών κέντρων. Στην ομάδα αλληλεγγύης και στις υποομάδες της συμμετείχαν περίπου 120 άτομα με διαφορετικούς βαθμούς εμπλοκής και συνολικά η καμπάνια κατάφερε να συντονίζει σε δράσεις περισσότερα από 700 άτομα.
Η καμπάνια «Covid 19 - Κανένας Μόνος/ Καμία Μόνη» επιχείρησε να καλύψει καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης με οπτικοακουστικό υλικό τα κενά ενημέρωσης ως προς την κατάσταση στο ΕΣΥ, φωτίζοντας άγνωστες πλευρές της καθημερινής μάχης των εργαζομένων «πρώτης γραμμής». Έδωσε παράλληλα φωνή σε υγειονομικούς για να ακουστούν τα αιτήματά τους για ενίσχυση της δημόσιας υγείας, εφόσον τα κυρίαρχα ΜΜΕ τήρησαν σε πολλές περιπτώσεις σιγή ιχθύος. Μέσα από διαδικτυακά καλέσματα έφερε τον κόσμο λίγο πιο κοντά, προτρέποντάς τον να εκφράσει αιτήματα από τα μπαλκόνια ή στηρίζοντας κινητοποιήσεις, όπως των γιατρών στα νοσοκομεία την Παγκόσμια Ημέρα για την Υγεία αλλά και αυτές που έγιναν ενάντια στο νέο περιβαλλοντικό νομοσχέδιο, το οποίο η κυβέρνηση πέρασε με συνοπτικές διαδικασίες εν μέσω πανδημίας από τη Βουλή παρά την κατακραυγή πάρα πολλών περιβαλλοντικών οργανώσεων και κινημάτων. Η δράση της επεκτάθηκε στα ζητήματα των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, στοχεύοντας κυρίως στους πρόσφυγες και φυλακισμένους. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι για την οργάνωση της καμπάνιας χρησιμοποιήθηκαν πρακτικές που ήταν γνωστές ήδη από την πρώτη μνημονιακή περίοδο στη χώρα. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της πανδημίας έπρεπε να επινοηθούν και νέες πρακτικές –κυρίως με τη χρήση της τεχνολογίας– έτσι ώστε να περιοριστούν οι επιπτώσεις της αδυναμίας φυσικής επαφής και να γίνει εφικτή μια μαζικότερη απεύθυνση.
«Μένουμε Ενεργοί, συλλογικότητα, αλληλεγγύη»
Στην ίδια λογική κινήθηκε και η καμπάνια «Μένουμε Ενεργοί, συλλογικότητα, αλληλεγγύη», που δημιουργήθηκε επίσης από μέλη οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Επιχείρησε από τις πρώτες μέρες εφαρμογής των μέτρων να λειτουργήσει ως ένας εναλλακτικός κόμβος ενημέρωσης, πληροφορώντας για πρωτοβουλίες που προέκυπταν από γειτονιά σε γειτονιά και από πόλη σε πόλη, ενισχύοντας ένα άτυπο δίκτυο αλληλοβοήθειας για ανθρώπους που βρίσκονταν σε ανάγκη. Η καμπάνια επικεντρώθηκε τόσο στο ζήτημα των ελλείψεων προσωπικού και εξοπλισμού στα νοσοκομεία αλλά και σε καθημερινά προβλήματα που προέκυπταν σε χώρους εργασίας: από κρυφές ή φανερές απολύσεις, εργοδοτικούς εκβιασμούς, έλλειψη μέσων προστασίας των εργαζομένων σε σουπερμάρκετ, κ.ά. Ανέδειξε ζητήματα που αφορούσαν την παντελή απουσία μέτρων προστασίας σε κλειστές δομές και σε στρατόπεδα του στρατού και παρενέβη σε πολιτικά ζητήματα που προέκυψαν εν μέσω πανδημίας, όπως ο περιορισμός των ελεύθερων δημόσιων χώρων, η ανισομερής κρατική ενίσχυση σε επιχειρήσεις, το «φιάσκο» με τα voucher κατάρτισης. Τα μέλη της συμμετείχαν ακόμη στις ποικίλες διαδικτυακές καμπάνιες υποστήριξης των εργαζομένων στον χώρο του πολιτισμού.
Πρωτοβουλίες στην Αθήνα
Όσον αφορά την έμπρακτη αλληλεγγύη στην Αθήνα, συνέχισαν να λειτουργούν και ενισχύθηκαν ομάδες αλληλεγγύης που βρίσκονταν ήδη προ της υγειονομικής κρίσης στο δρόμο, αλλά δημιουργήθηκαν και πολλές άλλες. Εμβληματικότερη στο πεδίο αυτό είναι η Κοινωνική Κουζίνα «Ο Άλλος Άνθρωπος» με μότο «ο άνθρωπος για τον άνθρωπο», στην οποία μαγειρεύουν και τρώνε όλοι γύρω από μία κατσαρόλα. Εν μέσω πανδημίας η κουζίνα, η οποία δεν πήρε καμία στήριξη από το κράτος, ΜΚΟ, τον δήμο ή την Εκκλησία, παρείχε συσσίτιο με αυστηρούς όρους προστασίας σε 1.500 άτομα καθημερινά. Σε αυτή συνεισφέρουν όσοι λαμβάνουν φαγητό αλλά και άτομα από λαϊκές συνελεύσεις που συλλέγουν τρόφιμα ανάλογα με τις ανάγκες που προκύπτουν καθημερινά. Συλλογικά μαγειρέματα για τις αυξημένες ανάγκες πραγματοποιούσε η συλλογική κουζίνα El Chef και το Στέκι Μεταναστών παραδίδοντας τις μερίδες είτε στον Άλλο Άνθρωπο είτε σε άλλες δομές αλληλεγγύης για να διοχετευτούν μέσω των δικτύων τους.
Ο αντιεξουσιαστικός χώρος, επίσης, πρωτοστάτησε στις κινήσεις έμπρακτης αλληλεγγύης των ημερών αυτών με όσους αυτοδιαχειριζόμενους κοινωνικούς χώρους, στέκια και καταλήψεις έμειναν «ζωντανοί» από τις κυβερνητικές επιχειρήσεις εκκένωσης των τελευταίων μηνών. Ενδεικτικό παράδειγμα στην Αθήνα ήταν η κατάληψη της οδού Δερβενίων στα Εξάρχεια που, ήδη από την δεύτερη εβδομάδα της καραντίνας, ξεκίνησε τη συλλογή τροφίμων, φαρμάκων, ειδών υγιεινής, στήνοντας ένα Δίκτυο Αλληλοβοήθειας. Για όσα άτομα δεν μπορούσαν να μετακινηθούν γίνονταν παραδόσεις κατ’ οίκον, ενώ παράλληλα καλούσαν τον κόσμο να μαγειρέψει σε μια συλλογική οργάνωση παράδοσης γευμάτων σε όσους/ες το είχαν ανάγκη.
... και στη Θεσσαλονίκη
Πρωτοβουλίες αλληλεγγύης αναπτύχθηκαν και στη Θεσσαλονίκη. Μία από τις ομάδες που δημιουργήθηκαν εν μέσω πανδημίας αγκάλιασε μέλη συλλογικοτήτων του αντιεξουσιαστικού χώρου, της αριστεράς αλλά και άτομα που ενδιαφέρθηκαν να στηρίξουν σε πολλά επίπεδα τις ευπαθείς ομάδες. Με κέντρο τον Κοινωνικό Χώρο για την Ελευθερία «Μικρόπολις» ο «Συντονισμός Covid-19: Αλληλεγγύη Θεσσαλονίκης», τηρώντας όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας, ανέπτυξε δράσεις έμπρακτης αλληλεγγύης με συλλογή και διανομή τροφίμων, ψυχολογικής στήριξης ανθρώπων, αλλά και νομικής υποστήριξης σε ζητήματα εργασίας και ατομικών ελευθεριών. Ο Συντονισμός συνεργάστηκε με συνεταιρισμούς τροφίμων αλλά και με κάθε άνθρωπο που ήθελε να συνεισφέρει υλικά, προκειμένου να καλυφθούν ανάγκες ατόμων και οικογενειών σε όλη την πόλη. Όπως και άλλες αντίστοιχες δράσεις, παρενέβη στον δημόσιο λόγο διεκδικώντας την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, καταγγέλλοντας περιπτώσεις αστυνομικής αυθαιρεσίας, καταπάτησης δικαιωμάτων και περιορισμού του δημόσιου χώρου (όπως το κλείσιμο της Νέας Παραλίας). Τα μέλη του αξιοποίησαν τα τεχνολογικά μέσα περιορίζοντας την αίσθηση μοναξιάς, σε μια προσπάθεια να μην μείνουμε σπίτι, αλλά να μείνουμε στη γειτονιά και την κοινότητα, αντιλαμβανόμενοι το ζήτημα της υγείας ως μια συνειδητή επιλογή συλλογικής αυτοπροστασίας. Στη Θεσσαλονίκη, παράλληλα με τον Συντονισμό έδρασαν στο πλαίσιο της αλληλοβοήθειας και της αλληλεγγύης και άλλες συλλογικότητες, όπως o κοινωνικός χώρος «Οικόπολις», οι «Περβολάρηδες» κ.ά. Το Οικόπολις έμενε ανοιχτό κάποιες μέρες την εβδομάδα, έτσι ώστε να μπορούν οικογένειες που αντιμετωπίζουν προβλήματα ή άστεγοι να λαμβάνουν τρόφιμα από το «Ανοιχτό Καλάθι Αλληλεγγύης» που λειτουργεί εδώ και χρόνια στον χώρο αυτό. Μετά την πρώτη χαλάρωση των μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας συνέχισε τη διανομή μαγειρεμένου φαγητού σε συνεργασία με τους Medical Volunteers International σε άστεγους πρόσφυγες, καθώς και άλλες δράσεις διανομής φρούτων και λαχανικών. Οι Περβολάρηδες προσπάθησαν να καλύψουν το κενό από την παύση άλλων συσσιτίων (π.χ. της Εκκλησίας) εν μέσω πανδημίας και συνέχισαν να μοιράζουν μερίδες φαγητού και τρόφιμα σε ανθρώπους που το είχαν ανάγκη στις ανατολικές συνοικίες της πόλης. Παράλληλα, μέλη τους έραψαν υφασμάτινες μάσκες που δώρισαν σε δομές υγείας, όπως στο Χαρίσειο Γηροκομείο και στο Κέντρο Υγείας Μηχανιώνας.
Παραδείγματα από την υπόλοιπη Ελλάδα
Ομάδες αλληλεγγύης δημιουργήθηκαν και σε πολλές άλλες πόλεις υπό ακόμη δυσκολότερες συνθήκες λόγω αυστηρότερων μέτρων απαγόρευσης της κυκλοφορίας. Για παράδειγμα, στην Ξάνθη δραστηριοποιήθηκε η «Ομάδα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ξάνθης», που είχε δημιουργηθεί στις αρχές της οικονομικής κρίσης του 2008, και συνέβαλε έντονα στην αντιμετώπιση αναγκών προσφύγων με διανομές ρούχων στην Ειδομένη το 2015. Λόγω των σκληρών περιορισμών στην κυκλοφορία, οι δράσεις ήταν περιορισμένες αλλά τα μέλη της ομάδας, που αριθμεί περίπου 75 άτομα, κατάφεραν να κάνουν διανομές τροφίμων, μασκών και ειδών πρώτης ανάγκης σε σπίτια ηλικιωμένων και ατόμων που αντιμετώπιζαν μεγάλη οικονομική δυσκολία. Αξίζει να σημειωθεί το προφανές: τα άτομα που συμμετείχαν στην ομάδα αυτή, όπως και σε άλλες, δεν έμεναν ανεπηρέαστα από τον φόβο διάδοσης του ιού, μιας και η Ξάνθη ήταν από τους νομούς όπου καταγράφηκαν αρκετά κρούσματα και πολλά χωριά της περιοχής βρίσκονταν για μεγάλο διάστημα σε υγειονομικό αποκλεισμό.
Σε ετοιμότητα βρέθηκαν σχεδόν όλες οι υπάρχουσες συλλογικότητες στην Κρήτη προκειμένου να βοηθήσουν ανθρώπους που περιθωριοποιούνταν περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η πόλη των Χανίων, όπου αναπτύχθηκαν παράλληλα πολλές δράσεις. Ενισχύθηκε η «Κυριακάτικη Κουζίνα Αλληλεγγύης» του Κοινωνικού Στεκιού-Στεκιού Μεταναστών Χανίων με τη συμμετοχή πολλών συλλογικοτήτων οι οποίες προμήθευαν γεύματα σε αστέγους, εξαρτημένους αλλά και άλλους ανθρώπους που δεν μπορούσαν να καλύψουν τα βασικά. Στην πρώτη γραμμή βρέθηκαν και τα ιστορικά συσσίτια της Σπλάντζιας που γίνονται εδώ και πολλά χρόνια με αυτόνομο και αυτοδιαχειριζόμενο τρόπο. Παράλληλα, όμως, στήθηκε και το Δίκτυο εθελοντών «Κανείς Μόνος», το οποίο σε συνεργασία με τον Δήμο λειτούργησε τηλεφωνική γραμμή στην οποία μπορούσε να απευθυνθεί κόσμος που χρειαζόταν τρόφιμα, φάρμακα και ψυχολογική υποστήριξη. Στην προσπάθεια αυτή συνέδραμε και το «Κοινωνικό Ιατρείο και Φαρμακείο Χανίων» που συνέλεγε φάρμακα και τα παρέδιδε κατ’ οίκον. Στο στεγαστικό πρόβλημα προσπάθησε να απαντήσει με τις δυνάμεις της η κατάληψη «Rosa Nera» φιλοξενώντας άνεργους μετανάστες που είχαν εκδιωχθεί από τα παραπήγματα στα οποία ζούσαν στις αρχές της υγειονομικής κρίσης, αλλά και ντόπιους άστεγους που δεν μπορούσαν να βρουν καταφύγιο σε δομές του Δήμου.
Το συγκινητικότερο, ίσως, παράδειγμα αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης πραγματοποιήθηκε στη Μόρια της Λέσβου. Εκεί, πρόσφυγες αποκλεισμένοι ουσιαστικά από κάθε μορφής κρατική βοήθεια και κάτω από άθλιες συνθήκες διαβίωσης, κατάφεραν να αυτοπροστατευτούν με συλλογικούς όρους. Το εγχείρημα ξεκίνησε από την οργάνωση «Stand by me» και από το Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας Λέσβου εφαρμόζοντας ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης προσφύγων που διέθεταν ήδη κάποιες γνώσεις, προκειμένου οι ίδιοι να εκπαιδεύσουν άλλους πρόσφυγες στον καταυλισμό. Η πρώτη αυτή μαγιά δημιούργησε την ομάδα αλληλεγγύης «Moria Corona awareness team», η οποία ξεκίνησε την ενημέρωση για την προστασία από τον κορονοϊό προτού καν ακόμη παρθούν μέτρα σε όλη την Ελλάδα. Σε έναν τόπο στον οποίο το μόνο μέτρο που πάρθηκε ήταν η απαγόρευση της κυκλοφορίας, γυναίκες πρόσφυγες δημιούργησαν μια «βιοτεχνία» παραγωγής μασκών που προμήθευαν στον καταυλισμό. Αρκούσαν λίγες ραπτομηχανές και μερικά μέτρα ύφασμα έτσι ώστε να παραχθούν εκατοντάδες μάσκες. Η ομάδα αυτή παρότρυνε, ακόμη, τους πρόσφυγες να καθαρίζουν μόνοι/ες τους το χώρο τους, εξέδιδε ανακοινώσεις αυτοπροστασίας στις ουρές αναμονής στη διαμονή φαγητού, έδινε οδηγίες για την εξοικονόμηση νερού και προσπάθησε να εφαρμόσει μέτρα προφύλαξης σε συνθήκες που για πολλούς θα φαινόταν αδύνατον. Ωστόσο, οι πρόσφυγες της Μόριας αυτο-οργανώθηκαν διεκδικώντας παράλληλα καλύτερες συνθήκες για όλους και όλες. Διεκδίκησαν επιπλέον ενημέρωση και πρόνοια για τα περιστατικά έμφυλης και όχι μόνο βίας που ξεσπούν συχνά στον καταυλισμό. Έκαναν, έτσι, εφικτή τη συλλογική φροντίδα σε έναν χώρο πλήρως εχθρικό στην έννοια αυτή.
Τα όρια του ψηφιακού κόσμου
Το ενδιαφέρον με όλες αυτές τις κινήσεις που γεννήθηκαν ή και ενισχύθηκαν μέσα στην κρίση –το σύνολο των οποίων θα ήταν αδύνατο να καταγραφεί σε όλο του το εύρος– είναι ότι λειτούργησαν μεταδοτικά και σε αυτό βοήθησε η δημοσιότητα που λάμβαναν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ανταλλάχθηκαν συμβουλές και τεχνογνωσία και, σε πολλές περιπτώσεις, η μία ομάδα διέδιδε την ύπαρξη της άλλης μεταφέροντας παράλληλα την ευφορία μιας συνεννόησης των «αποκάτω» με σκοπό να αντεπεξέλθουν στα πολλαπλά προβλήματα που δημιουργούσε η πανδημία και η διαχείρισή της. Οι μαζικές διαδικτυακές παρεμβάσεις, καθώς και ο συντονισμός μεταξύ τους, ενάντια σε κυβερνητικές ρυθμίσεις που έθιγαν μεγάλες κοινωνικές ομάδες, συνέβαλαν σε μικρές νίκες, όπως π.χ. έγινε με την απόσυρση του προγράμματος κατάρτισης voucher για τους επιστήμονες
Προφανώς όλο αυτό το διάστημα παρατηρήθηκαν και αδυναμίες στην οργάνωση των δομών και των δικτύων, που σχετίζονταν είτε με τη δυσκολία και τον φόβο μετακίνησης είτε με την κούραση που δημιουργούσε η ίδια η καθημερινότητα του «μένουμε στο σπίτι» (περιορισμός της ελευθερίας, τηλεργασία που κάλυπτε πολλές ώρες της ημέρας, καταιγισμός ειδήσεων με επίκεντρο την ατομική ευθύνη κ.ά). Είναι σίγουρο ακόμη ότι ο συντονισμός και οι συζητήσεις ατονούσαν πολλές φορές, πράγμα που αποδεικνύει ότι οι συμμετοχικές διαδικασίες δεν μπορούν να λειτουργήσουν αποκλειστικά μέσω του διαδικτύου και εξ αποστάσεως. Συνεισέφεραν όμως στη δημιουργία ενός νέου τρόπου οργάνωσης των διεκδικήσεων και της αλληλοβοήθειας, αφήνοντας μια σημαντική παρακαταθήκη για την επόμενη μέρα που αναμένεται να είναι ακόμη πιο δύσκολη σε πολλά επίπεδα.
Το άρθρο αυτό είναι μέρος του αφιερώματος "COVID-19 Αίτια, συνέπειες και προτάσεις για το μέλλον στην Ελλάδα και την Ευρώπη"